Ελληνική λογοτεχνία

'Η ζωή είναι πολύ σύντομη για τα καλά βιβλία, πρέπει να διαβάζουμε μόνο εξαιρετικά βιβλία''. Τίμπορ Φίσερ (Under the frog)

Wednesday, May 16, 2007

 

Τέσσερις νέοι συγγραφείς

Καιρό είχα να γράψω για δουλειές νέων συγγραφέων (είτε πρωτοεμφανιζόμενων, είτε στη διαδικασία έκδοσης δεύτερης δουλειάς τους). Ευκαιρία λοιπόν να αναφερθώ σε τέσσερις συγγραφείς εκ των οποίων οι περισσότεροι διέλαθαν της προσοχής των κριτικών και να παρουσιάσω τα βιβλία τους που διάβασα τις τελευταίες εβδομάδες.
Κοινή συνισταμένη και των τεσσάρων δημιουργών οι έξυπνες ιδέες που χειρίσθηκαν άλλοι εξ αυτών με καλό τρόπο, άλλοι με συμπαθητικό και ότι προτίμησαν για ξεκίνημα τη ’’σιγουριά’’ των σύντομων διηγημάτων ή της νουβέλας και όχι του μυθιστορήματος.
Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης, Καλά μόνο να βρεις, εκδόσεις Κέδρος (βαθμολογία 6,9)
Στην πραγματικότητα σ’ αυτή την αναφορά θα σχολιάσω δύο και όχι ένα βιβλίο. Είναι γεγονός ότι πολλούς νέους δημιουργούς τους ’’γνωρίζω’’ καθ’ υπόδειξη φίλων του blog που μου στέλνουν μέιλ παροτρύνοντας με να διαβάσω κάποιο καινούργιο βιβλίο. Ένας απ΄ αυτούς μου υπέδειξε τη νουβέλα του Χατζημωυσιάδη ’’Καλά μόνο να βρεις’’ που εκδόθηκε από τον Κέδρο. Δίπλα, στο μοναδικό αντίτυπο του βιβλίου υπήρχε άλλο ένα από την πρώτη του δουλειά ’’Τρεις μνήμες και δύο ζωές’’ (έκδοση του Μεταίχμιου, 2005). Αγόρασα και τα δύο για να έχω μια πιο σχηματοποιημένη άποψη αφού ούτως ή άλλως δεν ήταν δύσκολο να διαβαστούν (και τα δύο μαζί καλύπτουν συνολικά 220 σελίδες).
Η πρώτη δουλειά του 37χρονου Χατζημωυσιάδη από τα Γιαννιτσά είναι μια συλλογή διηγημάτων με εμφανή το βιωματικό της υπόθεσης. Οι ξεριζωμένοι πρόγονοι από τον Πόντο, η ζωή στην ελληνική επαρχία στη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής και το τίμημα που πλήρωνε ο άμαχος πληθυσμός ως αντίποινα της δράσης των ανταρτών και ένα διήγημα με άξονα την απογοήτευση των αριστερών όταν η ιστορία άλλαξε ρότα είναι τα πρώτα του βιβλίου. Δεν μπορώ να πω ότι με ενθουσίασαν αφού ναι μεν οι εμπνεύσεις για τη μυθοπλασία ήταν καλές αλλά ήταν φανερό ότι ο συγγραφέας υπερτόνιζε την προσωπική του συναισθηματική φόρτιση. Παρόλα αυτά με κέρδισε η καλή προσεγμένη γραφή του και διάβασα τα δύο καταληκτικά του βιβλίου διηγήματα ’’Πεταλούδα στο παρμπρίζ’’ και ’’Μήνυμα εστάλη’’ ήταν πολύ καλύτερα ίσως γιατί ο συγγραφέας προσεγγίζει πιο αποστασιοποιημένα τον μοντέρνο τρόπο ζωής.
Το δεύτερο βιβλίο του η νουβέλα ’’Καλά μόνο να βρεις’’ είναι κάτι εντελώς διαφορετικό αφού ο συγγραφέας αποφεύγει την ταύτιση με πρόσωπα ή καταστάσεις. Κατ’ αρχήν είναι εξαιρετική η σύλληψη της διάσπασης της νουβέλας σε επτά μικρότερα κομμάτια. Δεν ξέρω αν ήταν η δική μου ιδέα αλλά κάθε ένα από τα επτά μέρη του βιβλίου θα μπορούσε να διαβαστεί και σαν ατόφιο διήγημα χωρίς την αναγκαιότητα της ’’συνέχειας εκ του προηγουμένου’’ ή της προσθήκης του επόμενου. Πρωταγωνιστές ένας φαντάρος (και αργότερα προδομένος ιδεολογικά και συμβιβασμένος ασκούμενος δικηγόρος), μια νεαρή πόρνη από κάποια δημοκρατία της Βαλτικής, ο νταβατζής-αστυνόμος στον Βαρδάρη, οι δύο συνεργοί του (μεταφορείς ζώων αλλά και ανθρώπων σε ένα ψυγείο-φυλακή) και ένας Κούρδος πρόσφυγας. Ο Χατζημωυσιάδης πλέκει με μαεστρία έμπειρου διηγηματογράφου τα πρόσωπα μέσα στις ξεχωριστές ιστορίες, η γραφή του έχει γίνει ακόμη πιο ελλειπτική σε σχέση με το πρώτο βιβλίο, λιγότερο ποιητική και φορτισμένη αλλά ευκολοδιάβαστη και προσεγμένη. Το βιβλίο θα μπορούσε να είναι άρτιο αν δεν διάλεγε για το τέλος όχι κάτι ηχηρό (αυτή την προδιάθεση δημιουργεί στις εκατό σελίδες που προηγούνται) αλλά ένα μάλλον δύσκολο συμβολισμό που μπορεί να γίνει αντιληπτός από ανθρώπους της ηλικίας του συγγραφέα και πιθανώς με κοινά βιώματα αλλά όχι από τον μέσο αναγνώστη. Δυστυχώς και οι χαρακτήρες στο Καλά μόνο να βρεις είναι ’’αδύναμοι’’ παρά την πρόθεση του συγγραφέα να κάνει τους looser της ζωής συμπαθείς αφού οι επτά μονόλογοι τους (η εξομολογήσεις ή εξωτερίκευση σκέψεων και συναισθημάτων) ορισμένες στιγμές ’’μπλοκάρουν’’. Οι δύο δουλειές του συγγραφέα από τα Γιαννιτσά έχουν περάσει μάλλον απαρατήρητες από την κριτική (εικάζω και από τους αγοραστές βιβλίων) αλλά αν κάποιος θέλει να γνωρίσει ένα νέο δημιουργό με αρκετά καλές προοπτικές και εμφανές πάθος για τη γραφή έχει την ευκαιρία.
Γιάννης Παλαβός, Αληθινή αγάπη και άλλες ιστορίες, εκδόσεις Intro Books (βαθμολογία 7)
Πριν από μερικούς μήνες κάποιος φίλος του blog με παρέπεμπε με ένα του σχόλιο στη διεύθυνση http://www.sanangre.blogspot.com/. Εκεί υπάρχει ακόμη μια νουβέλα με τίτλο San Agre. Η νουβέλα με είχε ενθουσιάσει αφού ενσωμάτωνε στοιχεία Μπουκόφσκι και μπίτνικ συγγραφέων. Έγραψε ένα post και ο blogger μας συστήθηκε. ’’Με λένε Γιάννη Παλαβό και μην γελάτε’’. Μας ενημέρωσε ότι η πρώτη συλλογή διηγημάτων του θα κυκλοφορούσε κάποια στιγμή από τον Περίπλου. Τελικά, με το μπέρδεμα που έγινε από την προσπάθεια συγχώνευσης του Περίπλου με τα Intro Books του Κωστόπουλου η κυκλοφορία καθυστέρησε και κατέληξε να γίνει από την νεότευκτη εταιρεία που μετά το ναυάγιο της συνεργασίας έμεινε με μερικούς επιπλέον συγγραφείς. Το βιβλίο κυκλοφόρησε πρόσφατα, το πήρε το μάτι μου και σκέφθηκα να διαβάσω την ολοκληρωμένη δουλειά του Παλαβού (μην γελάτε, είναι το πραγματικό επίθετο του). Διηγήματα 16 τον αριθμό εκ των οποίων τα μισά περίπου είναι μικρά ’’διαμαντάκια’’. Υπάρχουν και άλλα που ξαστόχησαν και ατύχησαν αλλά αυτό είναι μοιραίο αφού ο Παλαβός δείχνει να αντιπαθεί τις κλασικές φόρμες γραφής και να προτιμάει πιο ρεαλιστικές (και ενίοτε μεταμοντέρνες) κατευθύνσεις τις οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις δεν χειρίζεται σωστά. Παρόλα αυτά υπάρχουν σημεία του βιβλίου που φανερώνουν ένα ατόφιο συγγραφικό ταλέντο στη σύντομη γραφή (νομίζω ότι αν δοκιμαστεί σε μεγαλύτερες φόρμες, όπως το μυθιστόρημα θα ατυχήσει). Το Χ-3000, τα γλυκόπικρα In Cold Blood, Λίγο αίμα, το καλύτερο κατά την προσωπική μου άποψη σημείο του βιβλίο (΄΄΄Εξω στις πλατείες’’ για ένα γερό-κλοσάρ μέθυσο που ήθελε να είναι ελεύθερος) είναι διηγήματα που μαρτυρούν ότι ο Παλαβός έχει δρόμο στη λογοτεχνία. Στο Sex and city of Thessaloniki βγάζει την κωμική-αντιηρωική ματιά του αποτυχημένου εραστή, στο σουρεαλιστικό Τεντ δίνει το απόλυτο στίγμα της συγγραφικής του ταυτότητας ενώ στα ’’Με λένε Αλέξη Τασόπουλο’’, ’’Το βράδυ που η ζωή του Νίκου δεν άλλαξε’’, ’’Η ιστορία του κυρίου Π.’’ που γίνεται λίγο πιο προβλέψιμος πάει αρκετά καλά. Μένω με την απορία γιατί δεν συμπεριλήφθηκε στο βιβλίο η νουβέλα που υπάρχει στο διαδίκτυο αφού τη θεωρώ εξαιρετικό δείγμα γραφής του Παλαβού. Δύο μικρές συνοδευτικές λεπτομέρειες. Ο Παλαβός είναι μόλις 27 ετών. Και το εξώφυλλο του βιβλίου είναι εντελώς παρελκυστικό σε σχέση με το περιεχόμενο και αισθητικής επιπέδου...Nitro και Esquire...
Γιώργος Σωτηρέλλος, Ο αγράμματος συγγραφέας, εκδόσεις Μελάνι (βαθμολογία: 6,8)
Ο 46χρονος Σωτηρέλλος στην πρώτη του λογοτεχνική εμφάνιση είναι το ακριβώς αντίθετο από τον τίτλο του βιβλίου. Πολυπράγμων και πολυσχιδής κατάφερε μέσα σε 140 σελίδες να χειριστεί ένα παραδοσιακό συγγραφικό τρικ και κλισέ με συμπαθητικό τρόπο. Φαντασία και πραγματικότητα, ήρωες γεννημένοι στο κεφάλι του και πραγματικά πρόσωπα διαπλέκονται ομαλά και χωρίς κτυπητές ατέλειες. Ορισμένες από τα επί μέρους κομμάτια του βιβλίου (τυπικά αρχειοθετείται σαν συλλογή διηγημάτων) είναι όντως διηγήματα, άλλα είναι σύντομα στιγμιότυπα, συνολικά 53 τον αριθμό. Δυστυχώς, η επιμονή του Σωτηρέλλου να περάσει όλους τους ’’ήρωες’’ της ευρυμάθειας ή των ενδιαφερόντων του (καταγράφω πρόχειρα Μπρους Λι, Μόντι Πάιθονς, Μπουκόφσκι (σταθερή εμμονή από τα εφηβικά χρόνια των 40+ συγγραφέων), Εζρα Πάουντ, παλιές ελληνικές ταινίες, κόμιξ, Κέρουακ, Μάρξ, Φρόιντ, λήσταρχος Νταβέλης, είτε ως άμεσες αναφορές, είτε ως επιρροές ή ’’δάνεια’’) κινδυνεύει να γίνει κουραστική παρά το σύντομο της γραφής και τις λιγοστές σελίδες του βιβλίου. Η ειρωνεία, το ανατρεπτικό (έως εικονoκλαστικό) χιούμορ και το ανορθόδοξο –σε ορισμένες περιπτώσεις- ύφος λειτουργούν όταν ειδικά η γραφή είναι αβίαστη. Υπάρχουν όμως και στιγμές που το ύφος αλλοιώνεται, η κριτική διάθεση παραπέμπει σε πατερναλισμό και χαλάει τη συνοχή της δουλειάς. Όχι άσχημο ξεκίνημα, σίγουρα θα μπορούσε να είναι καλύτερο.
Πέτρος Μπιρμπίλης, Έχω μόνο εσένα, εκδόσεις Μελάνι (βαθμολογία 6)

Άλλος ένας πρωτοεμφανιζόμενος συγγραφέας συμπτωματικά από τον ίδιο εκδοτικό οίκο με τον Σωτηρέλλο. Άνθρωπος των media ο Μπρμπίλης γράφει 22 ιστορίες μοναξιάς, καθημερινότητας, διαπροσωπικών σχέσεων άλλοτε με κυνικό ύφος, άλλοτε με ανέμελο. Ο διαχωρισμός των εικοσιδύο ιστοριών σε τέσσερα ’’κεφάλαια’’ γίνεται με τους άκρως επεξηγηματικούς και διαφωτιστικούς υπότιτλους ’’Εγώ’’, ’’Εσύ΄΄, ’’Ο κόσμος γύρω’’ και ’’ότι άλλο μένει’’ και κατά περίσταση ανάλογο είναι το ύφος γραφής. Κοινή συνισταμένη των ιστοριών μοιάζει να είναι το (ξανά και ξανά) πέρασμα από τις εποχές της αθωότητας στον κόσμο της ωριμότητας (σαρανταρίσαμε δηλαδή…). Κάτι που εξυπηρετούν σε αρκετές από τις ιστορίες τα πολλά flash back στις ζωές των ηρώων του Μπιρμπίλη αναφορές στην οικογένεια, σε καλούς παλιούς φίλους και έντονο προσωπικό-βιωματικό ύφος. Ακόμη όμως και στις ιστορίες που ο Μπιρμπίλης επιχειρεί μια μορφή χρονογραφήματος και προσέγγισης της σημερινής κοινωνίας λείπει ένα βασικό στοιχείο από τη δουλειά του. Η πρωτοτυπία των ιστοριών. Με άλλα λόγια, με άλλους ήρωες αλλά παρεμφερείς καταστάσεις μοιάζει να τα έχουμε διαβάσει ξανά όλα αυτά. Με γλώσσα περισσότερο δημοσιογραφική παρά λογοτεχνική (ελάττωμα πολλών δημοσιογράφων που προσπαθούν να περάσουν την όχθη της δημιουργικής γραφής) ο Μπιρμπίλης αδικεί τη δουλειά του. Από αναγνωστικό ένστικτο και μόνο εικάζω ότι τώρα που ξεμπέρδεψε με τα σημαντικά θέματα που τον απασχολούσαν και ψυχαναλύθηκε μέσα από τη γραφή του μπορεί να επανέλθει με καλύτερα αποτελέσματα. Λυπάμαι που είμαι σκληρός. Αλλά φανερά είναι ένα βιβλίο πολύ σημαντικό για τον συγγραφέα του (και το σέβομαι) αλλά όχι για τον αναγνώστη.
Comments:
Eίναι... τρελός ο Παλαβός! (Με την καλή έννοια, βέβαια, εννοείται). Είχα την τύχη να τον γνωρίσω. Πολύ αξιόλογος νέος άνθρωπος, εύστροφος μα και σεμνός. Το βιβλίο του το πήρα, αλλά ακόμα δεν έχω προλάβει να το διαβάσω. Αν κρίνω, ωστόσο, από τον San Agre, δεν έχω καμιά αμφιβολία για την ορθότητα της προσέγγισής σου, φίλε reader.
 
Έχω διαβάσει το πρώτο βιβλίο για το οποίο γράφετε κι εσείς κι έχω σκοπό προσεχώς να αναφερθώ σ' αυτό. Τους χαιρετισμούς μου
 
αγαπητέ αναγνώστα/αγαπητοί-αγαπητές συναναγνώστες,

δεν ισχυρίζομαι ότι πρόκειται για εύρημα (έχω παλαιολιθική σύνδεση και τα μπλογκς δεν προφταίνονται), αλλά ήθελα να πω για το 'τσίρκο' του κυριάκου μαργαρίτη, που'βγαλε δε θυμάμαι πότε - ωστόσο σχετικά πρόσφατα - η νεφέλη.

το τι το ζήλεψα αυτό το παιδί δεν περιγράφεται. μιλάμε για ταλέντο αγριευτικό, να σου σηκώνει την πέτσα. άβυσσος και χάος.

όποιος δεν το'χει διαβάσει, ας σπεύσει.
 
Καλημέρα Αναγνώστη,
Το San Agre,πολύ καλό, ελπίζω και τα υπόλοιπα. Θα πάω βόλτα αύριο στα βιβλιοπωλεία!
φιλιά
 
ange-ta, πληροφοριακά: το san agre δεν περιλαμβάνεται στο βιβλίο. Και για να απαντήσω (;) στην απορία του αναγνώστη, ήταν επιλογή του εκδοτικού οίκου. Άγνωσται αι βουλαί...
 
@χρήστος φασούλας
Νομίζω ότι θα σ’ αρέσει ότι διαβάσεις. Εχει και μερικές ’’μαύρες τρύπες’’ το βιβλίο αλλά αντέχονται. Το San Angre πραγματικά είχε θέση στο βιβλίο. Απορίας άξιο πως σκέφτονται οι επιμελητές σε ορισμένες περιπτώσεις. Είναι βέβαια λίγο ξένο στο όλο στιλ και τη θεματολογία αλλά είναι εξαιρετικό δείγμα γραφής.
 
@scalidi
Για να δούμε αν θα συμπέσουμε στις αναγνωστικές εκτιμήσεις μας.
 
@a.c.
Είχε πάρει το μάτι μου πριν από μερικούς μήνες αυτή την έκδοση αλλά για να είμαι ειλικρινής δεν είδα πουθενά ούτε την παραμικρή αναφορά για το θέμα. Νομίζω μόνο ότι είχαν γραφτεί 4-5 αράδες, ανάπλαση και διασκευή των όσων αναφέρονται στο οπισθόφυλλο στο περιοδικό της Ελευθεροτυπίας. Αλλά τέτοιες αναφορές περισσότερο σε μπερδεύουν παρά σε διαφωτίζουν. Σημειώθηκε, θα αγοραστεί και τα ξαναλέμε μετά την ανάγνωση. Χαίρομαι ειδικά όταν οι συγγραφείς υποδεικνύουν καινούργια βιβλία. Εχω ξαναγράψει ότι δείχνει έλλειψη υστεροβουλίας και μερικά ακόμη θετικά πράγματα.
 
@agneta
Καλές αγορές και καλή ανάγνωση
 
@ Χρήστος Φασούλας,
α,,, κατάλαβα!
μερσί
 
Σχετικά με την κριτική σας στο «ΚΑΛΑ ΜΟΝΟ ΝΑ ΒΡΕΙΣ» του Παναγιώτη Χατζημωϋσιάδη:
Όσο μπορώ πιο συνοπτικά, θα ήθελα να σας γνωστοποιήσω την προσωπική μου εκτίμηση
Με βρίσκουν σύμφωνο οι αναφορές του :

• Στο ιδιόμορφο της δομής
• Στην ύπαρξη «αυτονομίας» των επι μέρους «ιστοριών»
• Στην «προετοιμασία» του αναγνώστη για ένα επερχόμενο «μπαμ»
• Στην ύπαρξη «συμβολισμού» στο «φινάλε» (…. Αν και σας «ξεφεύγουν» και πάρα πολλοί άλλοι που πιθανά γίνονται αντιληπτοί σε «δεύτερο» επίπεδο.. )
• Στην αυξημένη πιθανότητα καλύτερης «κατανόησης» από αναγνώστες με «κοινά» βιώματα με τον συγγραφέα (…αν και αφήνετε «εκτός» όσους ναι μεν δεν έχουν ανάλογα βιώματα, αλλά έχουν ανάλογη «επιθυμία»…)

ΔΙΑΦΩΝΩ

• Με τον χαρακτηρισμό των ηρώων, ως λογοτεχνικά. «αδύναμους» χαρακτήρες
Η καταγραφή πραγματικών χαρακτήρων που κάνει ο Κος Χατζημωϋσιάδης, με τους πραγματικούς τους προβληματισμούς, σκέψεις, όνειρα κλπ, έχουν μέσα τους την «δύναμη» του σύγχρονου Έλληνα.
Αν ο ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ (Ή ΕΛΛΗΝΑΡΑΣ) είναι «αδύναμος» ως «χαρακτήρας του Βιβλίου της Νεοελληνικής Πραγματικότητας», ή αν ακόμη «μπλοκάρει» ως προσωπικότητα, τότε δεν είναι ο συγγραφέας που φέρει την «ευθύνη»! Ούτε για το ψευδεπίγραφο όραμα της «ΕΔΕΜ» που η Ελλάδα είχε αποκτήσει και πλασαριζόταν σε κάποιους κύκλους και τις προσδοκίες που γεννούσε η εξωραϊσμένη «εικόνα» της.

• Με την «πρόταξη» από μέρους σας, του κριτηρίου του ΜΕΣΟΥ αναγνώστη, ως ενός είδους «ζυγαριάς»της λογοτεχνικής αρτιότητας (ή όχι) ενός βιβλίου.
Αν ήταν έτσι, θα έπρεπε να γράφουν όλοι σήμερα Οδηγούς Μαγειρικής……(είμαι λίγο «κακός» εδώ αλλά με την «καλή έννοια» και με αγαθές προθέσεις)
Ένα βιβλίο (κατά την ταπεινή μου άποψη), θα πρέπει μεταξύ άλλων, να έχει ως σκοπό, το «πουσάρισμα» των ορίων του αναγνώστη (συναισθηματικών, πνευματικών, ψυχολογικών, υποσυνείδητων – ασυνείδητων – συνειδητών κλπ), προς μια «ανέλιξη» - «εξέλιξη» ή ακόμη και προς μια «καταβαράθρωση».
Διαφορετικά, δεν μιλάμε για «βιβλίο» (με την λογοτεχνική έννοια του όρου), αλλά για κάποιο «καταναλωτικό προϊόν με την μορφή Βιβλίου».

• Ελπίζω να μην φανώ αλαζονικός (ένας απλός αναγνώστης είμαι εξάλλου..), αλλά θα μου επιτρέψετε φαντάζομαι να εντοπίσω (κατά την ταπεινή μου άποψη πάντα) μία έλλειψη «προσέγγισης» των αναγνωσμένων και των εικόνων που το βιβλίο δημιουργεί, σε δεύτερο «επίπεδο». (Εντάξει, αυτό έχει να κάνει με τον τρόπο που διαβάζει κανείς αλλά και στις αιτίες που τον ωθούν να διαβάσει κάτι…).
Η «ανάλυσή» του μου δείχνει πως δεν μπορέσατε ή σας διέφυγαν ή απλά δεν θέλατε να δείτε «πίσω» από τις λέξεις, αλλά επαναπαυτήκατε σε αυτό που σχημάτισε στα μάτια σας το μελάνι στις σελίδες του βιβλίου.
Η προσέγγισή σας δηλαδή, δείχνει να έγινε μέσα από «στερεότυπα» για την ορθή – κοινή σημασία των λέξεων – χαρακτηρισμών και των εννοιών, όπως αυτή έχει καταγραφεί στο κοινωνικό «ασυνείδητο».
• Η πόρνη είναι πόρνη και όχι «πόρνη»
• Ο δικηγόρος είναι δικηγόρος και όχι «δικηγόρος»
• Ο αστυνομικός ως έννοια «προφυλάσσεται», προβάλλοντας πρώτα την λέξη «νταβατζής» ως ιδιότητα και σε δεύτερη μοίρα την ιδιότητα του οργάνου του Νόμου.
• Οι μεταφορείς δεν θα μπορούσε να είναι τίποτε άλλο παρά «διεκπεραιωτές»
• Ο Κούρδος είναι αυτό ακριβώς και δεν θα μπορούσε να είναι Ιρακινός, Αλβανός, Πακιστανός, Πομάκος, Τσιγγάνος
Κάπως «επιφανειακή» η προσέγγιση σας μου φάνηκε και πάλι συγγνώμη αν γίνομαι «κακός»… (και δεν θα πρέπει να αγνοηθεί η πιθανότητα απλά εγώ ως «αναγνώστης» να είμαι τελείως «φευγάτος» και πιθανά με λάθος κριτήρια….)

Βλέπετε, μάλλον η διαφορά στην άποψή μας εντοπίζεται στο ότι ΕΣΕΙΣ ΔΙΑΒΑΣΑΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ, ΕΝΩ ΣΕ ΟΤΙ ΜΕ ΑΦΟΡΑ, ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «ΔΙΑΒΑΣΕ» ΕΜΕΝΑ…..
 
πολύ ενδιαφέρουσα παρουσίαση.
(ήθελα μόνο να μεταφέρω αυτούσιο κάτι που διάβασα στο arxediamedia: "[Οι Love Boat Orchestra] το Σάββατο (19/5) θα συνοδέψουν μαζί με τους my wet calvin την παρουσίαση του βιβλίου ενός 27χρονου ονόματι Γιάννη Παλαβού -που απ΄ότι κατάλαβα το επίθετό του δεν είναι και εντελώς ατυχές- που μάλλον κινείται κι αυτός στο ίδιο μήκος μεγαλόψυχου και ακομπλεξάριστου exotic megatrash κύμματος με τους Love Boat Orchestra."

:)
 
@vlaxos
Φίλτατε να ξεκινήσουμε από τα γενικά. Σπάνια σ΄αυτούς τους 18 μήνες του μπλογκ με έχει φέρει επσικέπτης σε τόσο απολογητική θέση για ένα βιβλία (για άλλους λόγους με έχουν φέρει, είναι συνηθισμένο). Η σιγουριά, η αναγνωστική σας αυτοπεποίθηση, η βεβαιότητα προσέγγισης του βιβλίου με άφησε έκπληκτο. Πριν σας καταθέσω την όποια ασθενική δευτερολογία μου θα σας παρακαλούσα θερμά και ειλικρινά να μου πείτε 4-5 βιβλία ελλήνων συγγραφέων που διαβάσατε τους τελευταίους μήνες (εικάζω ότι είσαστε δεινός αναγνώστης κρίνοντας από την τοποθέτησή σας) και σας άρεσαν για να μορφώσω μια γενικότερη εικόνα για τις προτιμήσεις και τα ενδιαφέροντα σας.
Επί της ουσίας...Μιλάτες για ’’κριτική’’ στην πρώτη αράδα. Κριτικός είναι εκείνος που ξεκλειδώνει ένα βιβλίο, ξεκλειδώνει τις προθέσεις του συγγραφέα, το αποκρυπτογραφεί και το καταθέτει αποκωδικοποιημένο στη διάθεση των αναγνωστών. Γράφω όχι κριτικές βιβλίων αφού δεν διαθέτω ούτε ψήγματα ειδικών γνώσεων αλλά αναγνωστικές απόψεις. Απλά, επειδή η κρατούσα (λανθασμένη) λογική είναι ότι ο κριτικός πρέπει να γράφει ’’μου αρέσει, δεν μου αρέσει’’ μπερδεύεται δικαιολογημένα και από σας και από άλλους πολλούς η μικρή πλην όμως πολύ ουσιαστική διαφορά. Θα μου επιτρέψετε επίσης όταν αναφέρομαι στον ΜΕΣΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ να είναι ένας χαρακτηρισμός μη γενικευμένος αλλά πολύ ειδικευμένος. Αφορά το άτομο μου αφού τέτοιος θεωρώ ότι είμαι ή αυτοχαρακτηρίζομαι. Μέσα από το μπλογκ έχω γνωρίσει άτομα με ασύλληπτη αναγνωστική ικανότητα. Και δεν υπονόησα (απορώ πως προέκυψε το συμπέρασμα)ότι η μέση αναγνωστική ικανότητα αποτελεί κριτήριο λογοτεχνικής αρτιότητας! Ανέφερα μόνο ότι ο συμβολισμός του τέλους ίσως αποδειχθεί δύσκολα προσπελάσιμος από τον μέσο αναγνώστη που δεν έχει κοινές εμπειρίες ή βιώματα.
Δεν νομίζετε (και σίγουρα θα σας έχει συμβεί και στο παρελθόν με άλλα βιβλία) ότι όταν ένας συνηθισμένος αναγνώστης αντιλαμβάνεται (όπως παραδεχθήκατε) το συμβολισμό του φινάλε και δεν αντιλαμβάνεται τους όποιους προηγούμενους αυτό δεν έγκειται σε αναγνωστική δυσλειτουργία; Αλλά σε συγγραφική αδυναμία να επικοινωνήσει σωστά τα νοήματα του; Δεν υπάρχει μόνο δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης. Σε όλες τις τέχνες υπάρχουν πολλαπλά επίπεδα. Στη γραφή υπάρχουν τόσα επίπεδα ανάγνωσης όσα και αναγνώστες. Και αυτό κάνει ακριβώς τη διαφορά ενός καλού και συμπαθητικού βιβλίου ή συγγραφέα (όπως το συγκεκριμένο) από τα κλασικά βιβλία. Αυτά έχουν την αρετή ή την ικανότητα ή το ταλέντο (ή όπως θέλετε πείτε το) να διαβάζονται σε διαφορετικά επίπεδα από ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ τους. Δεν διαβάζω με διαφορετικούς τρόπους τα βιβλία. Με όλα ξεκινάω από την ίδια βάση. Αλλά καταλήγω σε διαφορετικά συμπεράσματα...Και αυτό διαχωρίζει τους συγγραφείς. Οχι τους αναγνώστες. Η τέχνη πρέπει να είναι κτήμα όλων και όχι μόνο των δημιουργών της. Και να είναι προσιτή και προσβάσιμη σε όλους. Αν δεν το κατορθώνει καλύπτει τις αδυναμίες της πίσω από τον μανδύα του δυσνόητου και του προχωρημένου. Αν τα καταφέρνει και μάλιστα σε πολλαπλά (και όχι απλά σε δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης αλλά και σε τρίτο και σε τέταρτο και σε...εκατοστό) ανάγεται πλέον σε άλλη κλίμακα δημιουργίας.
Σας ευχαριστώ πάντως για την εξαιρετικά γόνιμη παρέμβαση κατά κάποιο τρόπο κατορθώσατε (για να δανειστώ τα λεγόμενα σας) να με ’’πουσάρετε’’ όχι ως αναγνώστη αλλά ως διαχειριστή ενός μπλογκ και απαντητή σχολίων. Αντί υστερόγραφου: Δεν βρήκατε άραγε αρνητικά σημεία στο βιβλίο γιατί δεν είδα να επισημαίνονται πουθενά. Ακόμη και ο δημιουργός του, αν τυχόν διαβάζει τα δρώμενα στο μπλόγκ, είμαι βέβαιος ότι θα έχει όπως όλοι οι συγγραφείς δεύτερες και τρίτες σκέψεις σχετικά με κάποια σημεία του βιβλίου του. Γι’ αυτό με εξέπληξε, όπως ομολόγησα, η αναγνωστική σιγουριά και βεβαιότητά σας.
 
@μάνος κοντολέων
Είναι άθλια η τεχνολογία όταν αποδεικνύεται ανυπάκουη, φίλτατε. Καλή συνέχεια και στη νέα σας διαδικτυακή στέγη. Θα ενημερωθεί σχετικά και το λινκ για τις σωστές παραπομπές.
 
This comment has been removed by the author.
 
This comment has been removed by the author.
 
@enteka
Σπέσιαλ η πληροφορία-προσθήκη στο ποστ. Τελικά τίποτε δεν είναι τυχαίο ή μήπως κάνω λάθος;
 
Καλησπέρα reader, ευχαριστώ πολύ για την αναφορά και τα καλά λόγια. Σχετικά με το San Angre, σκέφτομαι, μια που δεν έχει περιληφθεί στη συλλογή, κάποια στιγμή να το αναπτύξω σε κάτι μεγαλύτερο, θα δείξει. Παντως, αύριο Σάββατο, στις 14:00, η παρουσίαση (πιο πολύ πάρτυ θα είναι) θα είναι ανοιχτή, οπότε, είναι ευπρόσδεκτος/η όποια/α θέλει, να περάσει. Ειδικα οι μπάντες που θα με συνοδεύσουν είναι πολύ καλές, θα ναι ωραία (και κάπως πρωτότυπα για βιβλιοπαρουσίαση ελπίζω). Ευχαριστώ και πάλι.Γιάννης.
 
Αγαπητέ vlaxe,
Λέτε: "Αν ο σύγχρονος Έλληνας ή Ελληναράς είναι αδύναμος ως χαρακτήρας του βιβλίου της νεοελληνικής πραγματικότητας ή αν μπλοκάρει ως προσωπικότητα δεν φέρει ο συγγραφέας την ευθύνη γι αυτό".
Όμως, φίλε μου (ως αναγνώστρια μιλάω)το εντελώς αντίθετο με αυτό που λέτε (πρέπει να)ισχύει στην (καλή) λογοτεχνία. Αυτή ξεκινάει εκεί που τελειώνει "το βιβλίο της νεοελληνικής πραγματικότητας" Λογοτεχνία είναι να φτιάχνεις ήρωες παρμένους ασφαλώς από την πραγματικότητα, αλλά που να ΑΙΡΟΝΤΑΙ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΑΥΤΗΝ. Ο καλός συγγραφέας θα προσπαθήσει να σκάψει σε βάθος, να αποκαλύψει, και γι αυτό θα μ ε γ ε θ ύ ν ε ι το μπλοκάρισμα και τον Ελληναρά και ό,τι άλλο, θα το καθαρίσει από τα περιττά και θα καταδείξει την ουσία του. Είναι το ίδιο με αυτό που λέμε στη ζωγραφική, ότι φυσικά αυτή δεν είναι απλή αντιγραφή του έξω κόσμου, αλλιώς τι χρειάζεται. Σε αντίθεση λοιπόν με τη ζωή, όπου συνήθως είμαστε ρηχοί (ακόμα και οι "βαθείς", βαριόμαστε να είμαστε πάντα βαθείς, έτσι δεν είναι;) οι λογοτεχνικοί χαρακτήρες οφείλουν να είναι βαθείς ή να τείνουν προς αυτό. Μήπως αλήθεια φαντάζεστε ότι όπου υπάρχουν ή υπήρξαν βαθείς λογοτεχνικοί χαρακτήρες, ήταν επειδή η κοινωνία και η "πραγματικότητα" ήταν γεμάτοι τέτοιους; Στην Αγγλία του Σάιξπηρ, στη Ρωσία του Τολστόι, στη Γαλλία του Φλωμπέρ οι άνθρωποι ήταν βαθείς χαρακτήρες νομίζετε και μόνο ο ελληναράς δεν είναι; Ο άνθρωπος είναι π ά ν τ α βαθύς, κι όταν ακόμη δεν το ξέρει, και ο (ανθρωπιστικός) ρόλος της τέχνης είναι ακριβώς αυτό, το να το φανερώσει!Όχι ότι είναι εύκολο φυσικά, μάλλον το δυσκολότερο είναι.
Αντίθετα: Οι συμβολισμοί είναι γοητευτικοί για δημιουργό και αναγνώστη, γιατι είναι ε ύ κ ο λ ο ι. Παρά την αξία τους, είναι το easy part που λένε. Η μαγκιά είναι εκεί, στους αβαθείς που γίνονται βαθείς (έστω και σε ένα δυο στιγμιότυπα, ας μην τρίξει και το πάτωμα από το βάρος!)
Σημείωση: δεν έχω διαβάσει το βιβλίο του κ. Χατζημωυσιάδη, απλώς σχολίασα θεωρητικά αυτά που γράψατε εσείς.
 
Αγαπητέ Reader
Επειδή πραγματικά δεν ξέρω αν κάνω κατάχρηση της φιλοξενίας σας, θα ζητήσω προκαταβολικά συγγνώμη αν η «δευτερολογία» μου βγει….μακρυνάρι.

Απαντώντας ειλικρινά στο ερώτημά σας, αναφέρω Έλληνες συγγραφείς που κατάφερα (λόγω χρονικής πίεσης) να διαβάσω μέσα στο 2007:
(Η σειρά καταγραφής είναι τυχαία, μη χρονική ΚΑΙ ΣΕ ΚΑΜΙΑ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΑΞΙΟΛΟΓΙΚΗ).
• Βασίλειος Χριστόπουλος: Κι εσύ Έλληνας ρε?
• Χάρης Λύτας : Εγκώμιο της Εκδίκησης
• Βάνα Παπαθανασίου : Διάφανη Ζωή
• Πρόδρομος Μάρκογλου: Καταδολίευση
• Παναγιώτης Χατζημωϋσιάδης: Καλά μόνο να βρεις
• Παναγιώτης Χατζημωϋσιάδης: Τρεις μνήμες και δύο ζωές
Βέβαια, θα ήθελα να σας «προλάβω» λέγοντάς σας πως, ΕΤΥΧΕ αυτή την περίοδο να επιλέξω να διαβάσω Ελληνική Λογοτεχνία. Οπότε, ίσως είναι κάπως «ριψοκίνδυνη» μια προσπάθεια σκιαγράφησης ενός «αναγνωστικού» προφίλ ΜΟΝΟ από αυτές τις επιλογές. Φαντάζομαι πως θα συμφωνήσετε μαζί μου στο οτι μερικές φορές, οι «βιβλιοεπιλογές» μας επηρεάζονται από παράγοντες που δεν αποτελούν «μόνιμο» χαρακτηριστικό του αναγνώστη που καλείται να «βιβλιοεπιλέξει»

Επί της ουσίας λοιπόν…..
• Αφού διευκρινίζετε πως γράφετε «αναγνωστικές απόψεις» και όχι «κριτικές», οφείλω να το αποδεχθώ ως αληθές και να ομολογήσω αστοχία στην επιλγή του χαρακτηρισμού της άποψής σας ως «κριτική».
ΟΜΩΣ…….
Αν και δεν έχω εμπειρία από blogs παρά σχετική μόνο εμπειρία διαδικτύου, αναρωτιέμαι αν ο «μέσος» επισκέπτης ενός λογοτεχνικού blog θα μπορούσε να «εσωτερικεύσει» αυτή ήταν διαφοροποίηση μεταξύ «κριτικής» και «αναγνωστικών απόψεων». (Εγώ για παράδειγμα την «πάτησα»)
Η απορία μου είναι πραγματική και όχι ρητορική.
Φυσικά δεν λέω πως φταίτε εσείς γι΄ αυτό. Ίσως αποτελεί μια από της «παθογένειες» του διαδικτύου…
• Η διευκρίνησή σας, πως ως ΜΕΣΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ εννοείτε εσάς τον ίδιο, πιστέψτε με, με ανακουφίζει. (και ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΩ, χωρίς ίχνος ειρωνείας ή «σκανταλιάρικου» ύφους).
Αναδιαμορφώνετε έτσι, σαφώς προς το καλύτερο την λανθασμένη εικόνα περι «Μέσου Αναγνώστη» που είχα κατανοήσει στο κείμενό σας.
Πάντως, σε ότι με αφορά, αδυνατώ να τοποθετήσω την αναγνωστική μου «ιδιότητα», κάτω, πάνω, ή στο μέσο. (παρακαλώ μην το εκλάβετε ως …σπόντα). Είναι απλά Ο ΔΙΚΟΣ ΜΟΥ ΤΡΟΠΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗΣ (σωστός ή λάθος, «ρηχός» ή «βαθύς», επιπόλαιος ή ενδελεχής, είναι «δικός» μου και έγκειται σε εμένα αποκλειστικά να τον «βελτιώσω»…)
Θεωρείτε (αν κατάλαβα καλά) πως τελικά, η κατανόηση των νοημάτων ενός βιβλίου, αποτελεί ΚΥΡΙΩΣ ευθύνη του συγγραφέα και την επικοινωνιακής του – λογοτεχνικά- ικανότητας.
Έχω την αίσθηση πως (αν και φαινομενικά σωστή και λογική), μια τέτοια άποψη, αφαιρεί την ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ, στην μυσταγωγία του «ξεκλειδώματος» (όπως γράψατε) των νοημάτων του κάθε συγγραφέα και του έργου του! (Τώρα που το ξαναδιαβάζω, τρομάζω μόνο και που το σκέφτηκα, αλλά το υποστηρίζω: Ο ΚΑΘΕ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ οποιουδήποτε έργου, έχει ΜΕΡΙΔΙΟ ΚΑΙ ΧΡΕΟΥΣ απέναντι σε ΚΑΘΕ τυπωμένη ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΨΥΧΗΣ.
Ιδιαίτερα δε, όταν ανακαλύπτι σε αυτά που διαβάζει ΚΟΜΜΑΤΙΑ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ ΤΟΥ ΨΥΧΗΣ.
«Μεγαλοστομίες» πιθανά να σκεφτεί κάποιος και «υπερβολικός λυρισμός» σε αυτές μου τις κουβέντες και ίσως να έχει δίκιο..
Όμως, όπως και ο ίδιος λέτε, έχω επιλέξει ως αναγνώστης το δικό μου «επίπεδο» ανάγνωσης, τουλάχιστον για το συγκεκριμένο βιβλίο.
Δεν μου είναι «ορατό» σε πιο «επίπεδο» το βιβλίο αυτό με συγκίνησε και ίσως να μην χρειάζεται κιόλας. Τα συναισθήματα άλλωστε τα βιώνεις, δεν τα εξηγείς…..
Το σίγουρο είναι πάντως, πως αποτελεί πια ένα από τα αγαπημένα μου.
• Θα μου επιτρέψετε να παρατηρήσω πως μάλλον αδικείτε ακουσίως τον Χατζημωϋσιάδη όταν αντιπαραβάλλετε το τόσο πρόσφατο πόνημά του με την αποδοχή έργων που χαρακτηρίσθηκαν «κλασσικά». Πέρα από το «ποιοτικό» στοιχείο, υπάρχει και το στοιχείο του «χρόνου». Διορθώστε με αν κάνω λάθος, αλλά είναι λίγο δύσκολο να χριστεί ένας τίτλος ως «κλασικός» μέσα σε λίγους μήνες.
(Εν τω μεταξύ , δεν θα πρέπει να μας διαφεύγουν και οι κοσμογονικές αλλαγές στο «σύμπαν» του βιβλίου, που εξ΄ ορισμού δίνουν πια, μια τελείως διαφορετική ερμηνεία στην έννοια του «κλασικού»…)

• Με ρωτάτε αν τυχόν ανακάλυψα «αρνητικά» κατά την ανάγνωση του ΚΑΛΑ ΜΟΝΟ ΝΑ ΒΡΕΙΣ.
Ειλικρινά, δεν έψαξα!
Πιθανώς, επειδή διάβασα το βιβλίο σε μια πολύ συγκεκριμένη προσωπική περίοδο και μου αναμόχλευσε πολύ συγκεκριμένα προσωπικά συναισθήματα, αιτίες, σκέψεις, Ερινύες , Μούσες και ενοχές.
Ίσως εκεί να βρίσκονται οι πηγές της «αναγνωστικής μου σιγουριάς και βεβαιότητάς μου» , που μου αναγνωρίσατε και που δεν αποποιούμαι.
Πράγματι, «υπερασπιζόμαστε» ότι αγαπάμε….
Ίσως και να έχει «αρνητικά» σημεία. Δεν μπορώ να είμαι απόλυτος.
Το ότι μου ξανάφερε όμως στην επιφάνεια, προβληματισμούς, Δαίμονες και Άγγελους και έναν ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΛΟΓΟ γεμάτο ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ, αγγίζοντας ψυχικές χορδές μου που θεωρούσα «σκουριασμένες», προσωπικά μου αρκεί τόσο, όσο να με κάνει (εμένα τον «τυχαίο») να δημοσιοποιήσω την «θέση» μου.
Το συγκεκριμένο βιβλίο, αν μη τι άλλο, με «αφύπνισε» και με «πούσαρε».

Υ.Γ.1 Πιθανά να μην απάντησα σε όλα όσα με ρωτήσατε και ίσως όχι με το «βάρος» που και εγώ θα ήθελα να δώσω και εσείς ίσως να επιθυμούσατε.
Θα παρακαλούσα να μην το θεωρήσετε «υπεκφυγή», αλλά ως «κατά συνθήκη επιλογή», μιας και η διαδικτυακή ανταλλαγή απόψεων και επιχειρημάτων ενίοτε είναι «περιοριστική»
Στο κάτω – κάτω, το βιβλίο άρεσε και στους δυό μας.

Υ.Γ.2 Προς αποφυγή «παρεξηγήσεων»: ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ! Η φωτογραφία στο βιβλίο τον δείχνει διοπτροφόρο, μελαχρινό και να ζει κάπου στην Πέλλα, ενώ εγώ είμαι ξανθός, πιο όμορφος και μένω Κορυδαλλό (απ΄ έξω ……ακόμα…)
Υ.Γ.3 Αγαπητή pellegrina, δεν νομιζω πως διαφωνούμε σε κάτι. Αν διαβάσεις και το βιβλίο, μάλλον θα το διαπιστώσεις και εσύ..
 
Νιώθω ευτυχής που έδωσα, έστω και άθελα, το έναυσμα για μια τόσο γόνιμη, όπως εξελίσσεται, συζήτηση. Για υποκειμενικά φίλτρα ανάγνωσης, μου μιλούσε αγαπημένος φίλος κριτικός, και μέρα με τη μέρα διαπιστώνω πως δικαιώνεται. Για το περί ου ο λόγος βιβλίο, έχω λοιπόν ακούσει τις πλέον αντιφατικές κριτικές. Ευτυχώς, σκέφτομαι, γιατί απ’ ό,τι φαίνεται κινεί έντονα συναισθήματα. Κάτι είναι και αυτό, τουλάχιστον αποδεικνύεται συνεπές προς τη βασική μου προσδοκία: κραδασμούς επιδιώκω να προκαλώ, όχι να αποκοιμίζω. Διαπρεπής λοιπόν λογοτέχνης το χαρακτήρισε «λογοτεχνικό προϊόν» που στερείται την προσωπική συγκίνηση και ψαρεύει στα θολά για κοινό. Σε βιβλιοκριτική χαρακτηρίστηκε θαυμάσιο. Ποιος είχε δίκιο; Ποιος άδικο; Σίγουρα δεν είμαι ο καταλληλότερος να απαντήσω. Μπορώ όμως πια να πω το εξής: τα προσωπικά μας βιώματα, τις προσωπικές μας πεποιθήσεις, τα προσωπικά μας αναγνώσματα επιχειρούμε λίγο ή πολύ να δικαιώσουμε μέσα απ’ τα βιβλία που διαβάζουμε. Σεβαστή επιλογή, έστω και αν θολώνει την όρασή μας. Εξίσου σεβαστή και η επίκληση στο μέσο αναγνώστη (όπως και αν τον ορίζει κανείς). Αλλά το σημειώνω με έμφαση: σεβαστή μόνο κριτικά, όχι συγγραφικά. Και εξηγούμαι: δεν είναι δυνατόν να γράφεις για το μέσο αναγνώστη. Πρώτα απ’ όλα, γιατί αποτελεί μια στατιστική αφαίρεση, έναν κατασκευασμένο για τις ανάγκες του εμπορίου ανθρώπινο τύπο. Ύστερα, γιατί καθ’ ότι μέσος σε υποχρεώνει, όπως ο Ταρκόφσκι δήλωνε, σε αισθητικές εκπτώσεις. Εντέλει, γιατί αποτελεί εύκολο άλλοθι για το χαρακτηρισμό οποιασδήποτε αποκλίνουσας αισθητικής, υφολογικής, αφηγηματικής κτλ. επιλογής ως ελιτίστικης. Επιτέλους, αν ο δημιουργός φιλοτεχνεί αληθινά δεν έχει ανάγκη τις ευλογίες του μέσου αναγνώστη. Θα το βρει το κοινό του, όσο δύσκολο και αν είναι το έργο του (εγώ απ’ ό,τι φαίνεται το βρήκα στον Vlaxo και αισθάνομαι περιχαρής, έστω και αν είναι πιο όμορφος).
Απ’ την άλλη, μου έρχεται στο μυαλό ο νέος ανθρωπολογικός τύπος, που φίλος μου ψυχολόγος, με ενημέρωνε ότι «παίζει» ως νεότευκτη ορολογία: ο άδειος άνθρωπος. Ναι, λοιπόν. Όχι ανθρώπους. Καρικατούρες, τύπους, σκιές δημιούργησα εν πλήρη συνειδήσει. Το βάθος τους είναι η ρηχότητά τους. Ή η ρηχότητα είναι το βάθος τους. Μπορεί μ’ αυτό τον τρόπο, να λησμονώ το προσωπικό δράμα, χάριν του κοινωνικού, μπορεί ακόμα να πλάθω κοινωνικά υποκείμενα και όχι ανθρώπινες οντότητες, αλλά ως αναγνώστης έχω βαρεθεί τις προσωπικές ομφαλοσκοπήσεις, τους υπαρξιακούς στροβιλισμούς, την αναζήτηση νοήματος στις σεξουαλικές επιδόσεις. Νομίζω ότι για να καταλάβουμε τον άνθρωπο ως μονάδα πρέπει προηγουμένως να τον καταλάβουμε ως μέλος. Είμαι, αν θέλετε, στο πρώτο στάδιο αυτής της πορείας.

Φίλε αναγνώστη, σε ευχαριστώ θερμότατα και δημοσίως για τα σχόλιά σου.
Ως προς την απορία σου: όχι, δεν έχω αυτή την περίοδο καμία επιφύλαξη για κανένα σημείο. Αν το ξανάγραφα έτσι ακριβώς θα το έγραφα. Ενδεχομένως, αν μεσολαβήσει κάποιο διάστημα χρόνου να αλλάξουν τα πράγματα. Αλλά αυτό δεν έχει καμία σημασία τώρα.
Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης
 
Μια μικρή διόρθωση, λόγω επαγγελματικής διαστροφής: "εν πλήρει συνειδήσει" είναι το σωστό και όχι "εν πλήρη συνειδήσει" όπως εν μερική συνειδήσει έγραφα, φιλόλογος, κατά τα άλλα, άνθρωπος. Αλλά, όπως φαίνεται, υποχωρεί τις πολύ μεταμεσονύκτιες ώρες η φιλολογική μου ιδιότητα, για να επανακάμψει δριμύτερη τις πρωινές.

Αγαπητέ αναγνώστη, σας απευθύνω τις δροσερές μου καλημέρες (εδώ στα βορινά το πάει για βροχή, άρα, και για να αποκαθιστούμε το πραγματικό νόημα των λέξεων, θα έχουμε μια πολύ ωραία μέρα).
 
Αγαπητέ Κε Χατζημωϋσιάδη,
Αισθάνομαι ιδιαίτερα ευτυχής και κατά ένα παράξενο τρόπο «ευχάριστα ένοχος» που «προκάλεσα» παρέμβασή σας. Χαίρομαι δε, που αντιληφθήκατε και αποδεχτήκατε με «ελαφριά» διάθεση (όπως άρμοζε άλλωστε), το «σκωπτικό» μου ύφος στην «χαριτωμενιά» περί «ομορφιάς» μου.
Ελπίζω τόσο τα σχόλιά του αγαπητού Reader όσο και η «εμπιστοσύνη» που σας δείχνουμε οι επισκέπτες αυτού του blog μέσω της ψηφοφορίας, να σας οπλίσουν με αποθέματα αποτελεσματικού και δημιουργικού «άγχους».
Βλέπετε, πλέον οι απαιτήσεις μας πλέον, «ανεβαίνουν».

Επίσης, αισθάνομαι την ανάγκη να είμαι «απολογητικός», τόσο απέναντι στους συγγραφείς που οι καρποί τους περιλαμβάνονται στην ψηφοφορία, αλλά δεν έχω διαβάσει ακόμη, όσο δε και σε εκείνους που αναφέρει – παρουσιάζει ο Reader σε αυτό το ποστ και τους οποίους – δυστυχώς- ακόμη δεν έχω διαβάσει.
Αν έχει κάποιο νόημα, προσωπικά δεσμεύομαι στο προσεχές χρονικό διάστημα να «επανορθώσω» διαβάζοντάς όσους περισσότερους μπορέσω.
…και πάλι ευχαριστώ για την ανοχή σας…
 
@love minus zero
Καλή συνέχεια στην προσπάθεια σας...Και καλή επιτυχία στην παρουσίαση.
 
@vlaxos
Συμφωνώ ότι ο μέσος αναγνώστης ενός μπλογκ δεν είναι υποχρεωμένος να ξέρει τη διαφορά. Αλλά προς άρση παρεξηγήσεων και λάθος ερμηνειών είναι κάτι που έχω αναφέρει ουκ ολίγες φορές στους 18 μήνες ύπαρξης του μπλογκ. ΔΕΝ ΠΡΟΤΕΙΝΩ, ΔΕΝ ΚΑΘΟΔΗΓΩ, ΔΕΝ Μ’ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΝ ΟΙ ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΒΙΒΛΙΩΝ όσων επισκέπτονται το μπλογκ. Γράφω μόνο την άποψή μου και έχω ένα μόνιμο μότο: Πρώτα διαβάστε (οτιδήποτε) και μετά τα λέμε. Πάσχουμε από έλλειψη αναγνωστών αγαπητέ. Από τα υπόλοιπα έχουμε και για...δάνεισμα.
Επίσης είναι πολύ λογικό ο καθένας μας να έχει διαφορετικό τρόπο ανάγνωσης. Λογικό απόλυτα λογικό. Το πως αυτοπροσδιορίζεται αναγνωστικά ο καθένας μας είναι μια άλλη πολύ μεγάλη συζήτηση και φαντάζομαι όχι του παρόντος. Η αναφορά περι κλασικού δεν έχει να κάνει με τον χρόνο. Με τη φθορά ή όχι ενός βιβλίου σε βάθος χρόνου. Αλλά με την αναγνωστική διείσδυση που έχει. Και ένα βιβλίο ή την έχει τη διείσδυση αυτή ή δεν την έχει. Υπάρχουν εξαιρετικοί συγγραφείς της εποχής μας που όμως δεν θα ’’διασωθούν’’. Και άλλοι λιγότερο σημαντικοί στις μέρες μας που ακριβώς το πέρασμα του χρόνου είναι πιθανό να τους δικαιώσει. Αλλά όπως συχνά γράφω δεν θα είμαστε εδώ γύρω τότε για να το μάθουμε. Εσείς μπερδέψατε το κλασικό με την εμπορική απήχηση και τον αριθμό των αναγνωστών ενός βιβλίου στο κοντινό μέλλον. Αναφερόμουν σε κάτι εντελώς διαφορετικό.
 
@px
Αγαπητέ κύριε Χατζημωυσιάδη δεν σας ’’εγκάλεσα’’ γιατί η γραφή σας δεν απευθύνεται στο ’’μέσο αναγνώστη’’. Κατ’ αρχήν φαντάζομαι ότι σας είναι άγνωστη η πλειοψηφία των αναγνωστών σας και η σύνθεση της. Δεύτερον, ποτέ δεν πιστεύω ότι ένας συγγραφέας όταν γράφει έχει ακόμη και στην άκρη του μυαλού του το αν το βιβλίο του θα πουλήσει, θα μεταφραστεί ή θα απευθυνθεί σε μερικές εκατοντάδες ή σε μερικές χιλιάδες ανθρώπων. Μια ευγενής φιλοδοξία (κάποτε κάποτε και ματαιοδοξία) είναι η γραφή. Ισα ίσα και εσείς και ο φανατικός αναγνώστης σας εκλάβατε ένα μάλλον καλό σχόλιο ως ’’αρνητικό’’. Δεν πιστεύω στις υποχρεώσεις και στις συγγραφικές συμβάσεις. Και ας μου επιτραπεί μια και ανοίξαμε δημόσιο διάλογο να σας επισημάνω ότι κάθε δημιουργός οφείλει να αμφισβητεί. Οσο βέβαιος και αν είναι οφείλει να αμφισβητεί. Σταματάει να αμφισβητεί την ποιότητα του βιβλίου του ΜΟΝΟ ΣΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΒΙΒΛΙΟ ΠΟΥ ΘΑ ΓΡΑΨΕΙ. Και εφόσον φυσικά το γνωρίζει ότι είναι το τελευταίο. Το να υπεραμύνεται κάποιος των αρετών του βιβλίου είναι σύνηθες. λογικό και ανθρώπινο. Αν δεν αρέσει και στον ίδιο τότε σε ποιόν θα αρέσει;
 
Post a Comment



<< Home

This page is powered by Blogger. Isn't yours?